Η ποιότητα και η αυθεντικότητα του ελαιολάδου αποτελούν κρίσιμα ζητήματα για τους παραγωγούς, τους καταναλωτές και τη βιομηχανία τροφίμων.
Σύμφωνα με νέες επιστημονικές μελέτες, η χημική ανάλυση μπορεί να εντοπίσει τόσο την ποικιλία της ελιάς από την οποία παράγεται το ελαιόλαδο όσο και τη γεωγραφική του προέλευση. Αυτές οι εξελίξεις προσφέρουν νέες δυνατότητες στην ιχνηλασιμότητα και την πιστοποίηση του ελαιολάδου.
Εάν το ελαιόλαδο μπει στο «μικροσκόπιο» ενός χημικού εργαστηρίου, μπορεί να εντοπιστεί η ποικιλία της ελιάς και να ανιχνευθεί η γεωγραφική του προέλευση!
Η διδακτορική διατριβή της Θεανώς Μικρού με θέμα «χαρτογράφηση των πτητικών και βιοδραστικών συστατικών ελληνικών μονοποικιλιακών ελαιολάδων και επιτραπέζιων ελιών: ανάπτυξη χημειομετρικών μοντέλων ως εργαλεία διάκρισης της ποικιλίας και της γεωγραφικής προέλευσης» έδειξε πως είναι εφικτή αυτή η ανίχνευση. Επιβλέπων καθηγητής της διατριβής ήταν ο Αθανάσιος Μαλλούχος, επίκουρος καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Η διατριβή, έγινε για το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Σχολή Επιστημών Τροφίμων και Διατροφής, Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Ανθρώπου, Εργαστήριο Χημείας και Ανάλυσης Τροφίμων.
Στο πλαίσιο της διδακτορικής αυτής διατριβής, μελέτηθηκαν εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα από τρεις βασικές ελαιοπαραγωγικές περιοχές της χώρας μας και από τρεις σημαντικές ελληνικές ποικιλίες, καθώς και επιτραπέζιες ελιές από τις τρεις κυριότερες ελληνικές ποικιλίες. Τα βασικά συμπεράσματα της διατριβής είναι:
- Η περιεκτικότητα σε σκουαλένιο στα ελαιόλαδα της ποικιλίας Κορωνέικης βρέθηκε σημαντικά υψηλότερη από αυτή της ποικιλίας Κολοβής. Η επιρροή της γεωγραφικής προέλευσης δεν ήταν τόσο σαφής, καθώς τα δείγματα από το ανατολικό τμήμα της Κρήτης (Λασίθι, Ηράκλειο) και αυτά που προέρχονταν από το δυτικό (Χανιά, Ρέθυμνο) διέφεραν σημαντικά μεταξύ τους σύμφωνα με την περιεκτικότητά τους σε σκουαλένιο, παρόλα αυτά δεν παρατηρήθηκε κάτι τέτοιο για τις υπόλοιπες περιοχές που εξετάστηκαν. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι όλα τα ελαιόλαδα που μελετήθηκαν, ανεξαρτήτως ποικιλίας και περιοχής προέλευσης, χαρακτηρίστηκαν από υψηλή συγκέντρωση σκουαλενίου.
- Αναφορικά με τις τοκοφερόλες, η ποικιλία δεν φάνηκε να έχει σηματική επίδραση στην περιεκτικότητα σε α-τοκοφερόλη στα δείγματα ελαιολάδου, σε αντίθεση με τα ευρήματα άλλων ερευνητών. Ωστόσο, η γ-τοκοφερόλη φάνηκε να διαφέρει σημαντικά μεταξύ των ποικιλιών που εξετάστηκαν. Όσον αφορά τη γεωγραφική προέλευση, η περιεκτικότητα σε α-τοκοφερόλη των δειγμάτων από την Πελοπόννησο ήταν σημαντικά υψηλότερη από αυτή των δειγμάτων από την Κρήτη και τη Λέσβο, ενώ η γ-τοκοφερόλη βρέθηκε σε υψηλότερες συγκεντρώσεις στα ελαιόλαδα από τη Λέσβο. Σχετικά με τα λιπαρά οξέα, τα δείγματα από την ποικιλία Κολοβή συσχετίστηκαν θετικά με το λινελαϊκό (18:2), το λινολενικό (18:3) και το γαδελαϊκό (20:1) οξύ, ενώ τα δείγματα από την ποικιλία Κορωνέικη συσχετίστηκαν θετικά με τα υπόλοιπα λιπαρά οξέα που προσδιορίστηκαν και με το σκουαλένιο.
«Η εφαρμογή της πολυμεταβλητής ανάλυσης σε δεδομένα της χημικής σύστασης του ελαιολάδου είναι ένα πολλά υποσχόμενο εργαλείο για τη διάκρισή τους με βάση τη γεωγραφική προέλευση ή/και την ποικιλία», αναφέρεται στα συμπεράσματα της διατριβής και επισημαίνεται ότι «τα αποτελέσματα που προέκυψαν μπορούν να επηρεάσουν άμεσα την ελληνική και την μεσογειακή κοινότητα καθώς επικεντρώνονται στην αυθεντικότητα και την ιχνηλασιμότητα του ελαιολάδου, ένα πολύ σημαντικό ζήτημα που απασχολεί την βιομηχανία τροφίμων».
Σε ό,τι αφορά την επιτραπέζια ελιά, η διατριβή συμπεραίνει μεταξύ άλλων ότι:
- Η επίδραση του γενετικού παράγοντα στα φαινολικά και τα συστατικά με αντιοξειδωτική δράση ήταν εμφανής, με τα δείγματα της ποικιλίας Καλαμών να εμφανίζουν την μεγαλύτερη περιεκτικότητα, ενώ στα δείγματα της ποικιλίας Χαλκιδικής βρέθηκαν σε αρκετά χαμηλότερα επίπεδα.
- Ορισμένα δείγματα επιτραπέζιας ελιάς που ανήκουν στην ίδια ποικιλία αλλά προέρχονται από διαφορετική περιοχή, όπως τα δείγματα Χαλκιδικής από την Καβάλα και τα δείγματα Κονσερβολιάς από την Μαγνησία φάνηκε να διαφέρουν σημαντικά από τις άλλες περιοχές που μελετήθηκαν, με βάση την αντιοξειδωτική τους ικανότητα και την συγκέντρωσή τους σε ολικές φαινολικές ενώσεις.
Η 159σέλιδη διδακτορική διατριβή είναι διαθέσιμη στον ιστότοπο του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Διαβάστε περισσότερα σχετικά με το ελαιόλαδο και τη χημική του ανάλυση στο e-Agrotis.gr!