Για την προετοιμασία του εδάφους, η επιφάνεια του εδάφους, πρέπει να είναι όσο το δυνατόν ισοπεδωμένη και το έδαφος ψιλοχωματισμένο. Ένα δεύτερο όργωμα πριν τη σπορά είναι απαραίτητο. Σε περίπτωση που το έδαφος μας είναι επικλινές, είναι καλό να γίνονται παρτέρια, όπου υπάρχει η δυνατότητα, για την ομοιόμορφη εκμετάλλευση της υγρασίας από τα φυτά.
Σπορά – Φύτευση
Η σπορά μπορεί να γίνει είτε απευθείας στο χωράφι είτε στο σπορείο και στη συνέχεια μεταφύτευση στη τελική θέση. Στην περίπτωση της απευθείας σπορά στο χωράφι, θα πρέπει να αποφεύγεται η προβλάστηση του σπόρου καθώς ο υγρός σπόρος θα κολλάει στα τοιχώματα της σπαρτικής μηχανής. Συνήθως η απευθείας σπορά γίνεται τους μήνες Απρίλιο – Μάιο, δηλαδή την εποχή που το έδαφος έχει ζεσταθεί και η εδαφική θερμοκρασία ανέρχεται πάνω από τη βασική θερμοκρασία των 15oC. Την άνοιξη γίνεται η προετοιμασία του εδάφους, κάνοντας μια βαθιά άροση και 1 – 2 φρεζαρίσματα και ενσωμάτωση της οργανικής ουσίας. Η σπορά γίνεται σε γραμμές και σε κάθε θέση τοποθετούνται 2 – 3 σπόροι.
Η συνιστώμενη απόσταση μεταξύ των γραμμών είναι 45 – 50cm και επί της γραμμής 20 – 25cm. Στα ξηρικά χωράφια χρησιμοποιούνται μικρότερες αποστάσεις μεταξύ των θέσεων επί της γραμμής, συνήθως 10 – 15cm. Στην πράξη οι αποστάσεις φύτευσης μπορεί να διαφέρουν καθώς και το σύστημα φύτευσης (απλές ή διπλές γραμμές). Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε οποιαδήποτε πυκνότητα, εφόσον εξασφαλίζεται μια καλή σοδιά και μπορεί να γίνει άνετα ο έλεγχος των φυτών. Σε μεγάλες μονάδες σποροπαραγωγής μπάμιας η σπορά γίνεται με 0.8kg/στρέμμα σε σειρές που απέχουν 45cm.
Οι σπόροι καλύπτονται σε βάθος 2 – 4cm. Όταν οι σπόροι βλαστήσουν και τα φυτά αποκτήσουν ύψος 5-10cm αραιώνονται έτσι ώστε να μείνουν 1 – 2 φυτά ανά 25 – 30cm. Πολλές φορές κρίνεται σκόπιμο το ελαφρό σκάλισμα για να διευκολυνθεί η έξοδος των φυτών στην επιφάνεια, ιδιαίτερα όταν έχει σχηματιστεί κρούστα στο έδαφος από τις βροχές. Οι αποστάσεις εξαρτώνται από την εποχή, όπως σε βροχερές εποχές η καλλιέργεια απαιτεί μεγαλύτερες αποστάσεις για άριστη ανάπτυξη και παραγωγικότητα.
Οι υψηλές ποικιλίες πρέπει να σπέρνονται σε μεγαλύτερες αποστάσεις απ’ ότι οι ημινάνες και οι νάνες. Η απόσταση ανάμεσα στα φυτά πρέπει να είναι 20 – 25cm και ανάμεσα στις γραμμές 45 – 50cm. Στις ξερικές καλλιέργειες οι αποστάσεις είναι συνήθως μικρότερες ανάμεσα στα φυτά (10 – 15cm).
Η μεταφύτευση είναι μια καλλιεργητική φροντίδα που παρουσιάζει πολλά πλεονεκτήματα και μπορεί να εφαρμοστεί στην καλλιέργεια της μπάμιας. Ιδιαίτερα για να πετύχουμε την πρώιμη φύτευση, ώστε να επιτευχθούν υψηλές τιμές πωλήσεως του προϊόντος. Η σπορά γίνεται σε κιβώτια σποράς και στη συνέχεια τα νεαρά φυτάρια μεταφυτεύονται σε ατομικά γλαστράκια στο στάδιο των κοτυληδόνων, μόλις εμφανιστεί το πρώτο πραγματικό φύλλο. Αυτό δίνει τη δυνατότητα να απομακρυνθούν πιο γρήγορα τα ακατάλληλα φυτά.
Επιπλέον το ποσοστό βλάστησης στο σπορείο είναι μεγαλύτερο λόγω των ελεγχόμενων συνθηκών ανάπτυξης και ιδιαίτερα της θερμοκρασίας και της χρησιμοποίησης καταλληλότερων εδαφικών μειγμάτων, όπως εμπλουτισμένη τύρφη και περλίτης. Για φυτά όπως η μπάμια, τα οποία παρουσιάζουν δυσκολία στη βλάστηση των σπόρων, με τη μέθοδο της μεταφύτευσης επιτυγχάνεται υψηλότερο ποσοστό βλάστησης στο σπορείο, ταχύτερη βλάστηση των σπόρων, ομοιομορφία ανάπτυξης των φυτών εξαιτίας των ευνοϊκότερων συνθηκών που επικρατούν στο σπορείο.
Με τη μεταφύτευση παρέχεται προστασία στα φυτά από το ψύχος στα πρώτα στάδια της ανάπτυξής τους στο σπορείο, με σκοπό την πρωίμηση της παραγωγής σε χρόνο που οι συνθήκες της περιοχής δεν επιτρέπουν την απευθείας σπορά, κυρίως λόγω της χαμηλής θερμοκρασίας του εδάφους.
Εάν προτιμηθεί η απευθείας σπορά στο χωράφι, τότε η σπορά γίνεται τους μήνες Απρίλιο – Μάιο. Εάν πάλι επιλεγεί σπορείο και στη συνέχεια μεταφύτευση, τότε η σπορά γίνεται αρχές της άνοιξης και η μεταφύτευση στο χωράφι συνήθως 4 – 6 εβδομάδες αργότερα, όταν τα φυτά έχουν 3 – 4 πραγματικά φύλλα και ύψος 30 – 40cm. Ο χρόνος της μεταφύτευσης επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, όπως οι συνθήκες που επικρατούν στον αγρό και το μέγεθος της γλάστρας. Όταν η μεταφύτευση καθυστερεί και το νεαρό φυτό έχει αναπτυχθεί αρκετά, καλό είναι να γίνεται λίπανση.
Άρδευση
Η μπάμια θεωρείται ανθεκτική στην ξηρασία λόγω του πλούσιου ριζικού συστήματος. Όταν καλλιεργείται ως ποτιστική θα πρέπει να εφαρμόζονται 1 – 2 ποτίσματα κάθε 15 ημέρες. Μερικές από τις παλαιότερες υψηλής ανάπτυξης ποικιλίες είναι περισσότερο ανθεκτικές στην ξηρασία απ’ ότι κάποιες από τις νεότερες νάνες ποικιλίες. Γενικά, όπως και στην περίπτωση άλλων καλλιεργειών, η επίδραση της καταπόνησης του φυτού από την έλλειψη υγρασίας εξαρτάται από το φαινολογικό του στάδιο. Τα στάδια άνθησης και γεμίσματος του λοβού είναι κριτικά και η καταπόνηση του νερού κατά αυτόν το χρόνο μπορεί να μειώσει την παραγωγή σε περισσότερο από 70%. Όταν το φυτό της μπάμιας αρχίζει να υποφέρει από έλλειψη υγρασίας αποβάλλει σταδιακά τα φύλλα του.
Εάν η ξηρασία συνεχιστεί θα αποβάλλει τους λοβούς και όλα τα φύλλα και τελικά θα ξεραθεί. Σε μερική ξηρασία λαμβάνονται σημαντικά χαμηλότερες αποδόσεις από ότι γενικά αναμένεται. Η αρδευτική περίοδος, η ποσότητα νερού και ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ δύο αρδεύσεων εξαρτώνται κυρίως από το κλίμα (θερμοκρασία και βροχόπτωση), το έδαφος (μηχανική σύσταση και περιεκτικότητα σε οργανική ουσία), την ποικιλία και τη λίπανση , καθώς απαιτείται νερό για την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των λιπασμάτων.
Οι τρόποι άρδευσης που χρησιμοποιούνται είναι με αυλάκια, με καταιονισμό ή με στάγδην άρδευση. Η τελευταία έχει χρησιμοποιηθεί με απόλυτη επιτυχία στη μπάμια και είναι ένας ιδανικός τρόπος για ταυτόχρονη εφαρμογή νερού και λίπανσης, ενώ μειώνει και τον κίνδυνο των ασθενειών.
Λίπανση
Η βασική λίπανση ενσωματώνεται με άροση, το φθινόπωρο ή στις αρχές της άνοιξης. Το φθινόπωρο εφαρμόζεται βαθιά άροση, σε βάθος 30 – 60cm και ταυτόχρονα προστίθεται κοπριά και φωσφορούχα λιπάσματα. Την άνοιξη και πριν από τη σπορά ακολουθεί μια δεύτερη άροση με την οποία προστίθενται τα καλιούχα, τα αζωτούχα αμμωνιακά λιπάσματα και τα φωσφορούχα στην περίπτωση που δεν εφαρμόστηκαν το φθινόπωρο. Μια άλλη τεχνική συνιστά την εφαρμογή ολόκληρης της λίπανσης και καλά χωνεμένης κοπριάς κατευθείαν με την ανοιξιάτικη άροση.
Όταν το φυτό της μπάμιας αρχίζει να υποφέρει από έλλειψη υγρασίας αποβάλλει σταδιακά τα φύλλα του |
Αν πάλι η διαθέσιμη κοπριά είναι περιορισμένη, τότε εφαρμόζεται την άνοιξη τοπικά οργανική και χημική λίπανση κατά μήκος των γραμμών φύτευσης. Σε ξηρική καλλιέργεια είναι προτιμότερο η κοπριά να ενσωματώνεται το φθινόπωρο. Η ποσότητα και το είδος του λιπάσματος που θα χρησιμοποιηθεί για τη λίπανση της μπάμιας θα εξαρτηθεί από τη γονιμότητα και το pH του εδάφους του χωραφιού. Είναι σκόπιμο να γίνει ανάλυση του εδάφους και αναλόγως να προστεθούν τα λιπαντικά στοιχεία με γνώμονα το προβλεπόμενο ύψος παραγωγής. Οι ποσότητες των χημικών λιπασμάτων εκτός από την κατάσταση του εδάφους θα εξαρτηθούν από τη διάρκεια και τις συνθήκες της καλλιέργειας, δηλαδή αν πρόκειται για ποτιστική ή ξηρική.
Εμπειρικά σε έδαφος μέτριας γονιμότητας για την καλλιέργεια της μπάμιας μπορούν να χρησιμοποιηθούν 2 – 5 τόνοι κοπριάς, 5 – 6 μονάδες αζώτου, 5 – 6 μονάδες φωσφορικού και 4 – 5 μονάδες καλίου στο στρέμμα.
Καταπολέμηση ζιζανίων
Η καταστροφή των ζιζανίων γίνεται με σκαλίσματα. Η εδαφοκάλυψη είναι και αυτός ένας τρόπος αντιμετώπισης των ζιζανίων, αλλά είναι ιδιαίτερα ακριβή μέθοδος και επιπλέον δεν εξασφαλίζεται καλός αερισμός στο εσωτερικό του εδάφους. Αντίθετα με τα σκαλίσματα βελτιώνεται ο αερισμός και η υφή του εδάφους.
Τα σκαλίσματα για την αντιμετώπιση των ζιζανίων θα πρέπει να είναι ελαφρά και να γίνονται με προσοχή για να μην τραυματίζονται οι ρίζες. Επίσης προφυτρωτικά, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και ζιζανιοκτόνα σκευάσματα πάντα όμως από τις εγκεκριμένες δραστικές ουσίες της ιστοσελίδας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Συγκομιδή
Οι καρποί της μπάμιας των ελληνικών ποικιλιών συγκομίζονται όταν ακόμη είναι μικροί, 3 – 5 ημέρες συνήθως μετά τη γονιμοποίηση του άνθους και την πτώση της στεφάνης και όταν έχουν μήκος 4-6cm. Οι μεγαλύτεροι καρποί χάνουν την εμπορική τους αξία, καθώς όσο αυξάνει το μήκος και η ηλικία τους, τόσο αυξάνει το ποσοστό των άπεπτων ινωδών ουσιών, υποβαθμίζοντας έτσι την ποιότητά τους.
Επιπλέον, ο καρπός ηλικίας 3-5 ημερών έχει τη μεγαλύτερη θρεπτική αξία και κυρίως τη μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες. Τα κυριότερα κριτήρια ποιότητας της μπάμιας είναι το μικρό κοτσάνι και το μέγεθος αυτής. Η συγκομιδή αρχίζει όταν ο πρώτος λοβός αποκτήσει το κατάλληλο μέγεθος και συνεχίζεται για όσο χρόνο το απαιτεί η αγορά και επομένως είναι δυνατή η εμπορία της.
Η συλλογή καρπών όταν είναι ηλικίας 3 – 4 ημερών, έχει ως επακόλουθο τη συνέχιση της καρποφορίας για ολόκληρη την καλλιεργητική περίοδο, ενώ εάν οι καρποί αφήνονται να ωριμάσουν, τα φυτά θα σταματήσουν να καρποφορούν. Καθυστέρηση της συγκομιδής των καρπών οδηγεί στη χειροτέρευση της ποιότητάς τους. Γενικά η βιομηχανική μπάμια συγκομίζεται σε τρία μεγέθη: α) όταν έχει μήκος 3 – 6cm β) 7 – 9cm γ) 9 – 12cm
Οι αμερικάνικες ποικιλίες είναι μεγαλόκαρπες σε σύγκριση με τις ελληνικές. Οι καρποί που προορίζονται για νωπή κατανάλωση φθάνουν στο εμπορικά αποδεκτό μέγεθος των 8 – 10cm μήκος, 4 – 6 ημέρες μετά από την άνθηση.
Έχει βρεθεί ότι η ποιότητα των καρπών της μπάμιας είναι σχετικά υψηλή στο στάδιο των 4 ημερών από την άνθηση, αυξάνεται έως το στάδιο των 6 ημερών και κατόπιν φθίνει έως το στάδιο των 10 – 12 ημερών, μετά από το οποίο οι καρποί γίνονται ακατάλληλοι για βρώση. Στη χώρα μας οι αποδόσεις κυμαίνονται από 500-700kg το στρέμμα στις ξηρικές καλλιέργειες και από 7000 – 1000kg το στρέμμα στις ποτιστικές.
Όταν οι καρποί αφήνονται να ωριμάσουν, για σποροπαραγωγή, το φυτό δίνει 25 – 30 καρπούς. Όταν όμως συγκομίζονται ενώ είναι ακόμη μικροί και τρυφεροί, για βρώση, ένα φυτό μπορεί να δώσει δύο και τρεις φορές περισσότερους καρπούς.
Πηγή – βιβλιογραφία
– Τεχνική βιολογικής καλλιέργειας λαχανικών – Μπάμια, του Χαράλαμπου Θανόπουλου Msc Γεωπόνος, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών