Η ελιά είναι μακράν το πιο δημοφιλές δέντρο στην ελληνική επικράτεια. Δύσκολα θα βρει κάποιος μια οικογένεια που να μην είχε κάποια στιγμή έστω ένα μικρό μερίδιο από έναν ελαιώνα κάπου στην Ελλάδα.
Ως εκ τούτου, με την καλλιέργεια ελιάς έχουν ασχοληθεί κατά καιρούς πάρα πολλοί άνθρωποι που δε γνωρίζουν καλά το αντικείμενο, καθώς κατά κύριο λόγο έχουν κάποια άλλη επαγγελματική δραστηριότητα στις πόλεις.
Είναι λογικό επομένως στην καλλιέργεια ελιάς να γίνονται αρκετά λάθη που δυστυχώς στοιχίζουν στην παραγωγή, και το σημαντικότερο στοιχίζουν μακροπρόθεσμα έχοντας κάποιες φορές μη αναστρέψιμα αποτελέσματα. Αν και υπάρχουν δεκάδες ακόμα, πάμε να δούμε τα 7 πιο συχνά λάθη στην καλλιέργεια ελιάς.
Τα 7 πιο συχνά λάθη στην καλλιέργεια ελιάς
- Γίνεται ελλιπής έρευνα σχετικά με την ποικιλία που θα φυτέψουμε. Υπάρχουν δύο βασικά στοιχεία που καλείται να εξετάσει ένας καλλιεργητής πριν αποφασίσει για το ποια ποικιλία ελιάς θα φυτέψει. Το πρώτο είναι φυσικά η τοποθεσία του ελαιώνα. Με αυτό εννοούμε την περιοχή της Ελλάδας στην οποία βρίσκεται ο ελαιώνας γενικά αλλά και το μικροκλίμα που διαμορφώνεται εντός του ελαιώνα κατά τη διάρκεια του έτους. Μια ποικιλία μπορεί να ακούγεται ότι αποδίδει εξαιρετικά σε ένα νομό γενικά, αλλά στην πραγματικότητα αποδίδει μόνο σε ελαιώνες με συγκεκριμένο μικροκλίμα. Το δεύτερο στοιχείο που πρέπει να λάβει υπόψη του ο ελαιοκαλλιεργητής πριν αποφασίσει για την ποικιλία είναι το είδος του προϊόντος που θέλει να παράξει. Υπάρχουν ποικιλίες κατάλληλες για ελαιόλαδο, οι λεγόμενες ελαιοπαραγωγικές ποικιλίες. Από την άλλη, υπάρχουν οι λεγόμενες επιτραπέζιες ποικιλίες που χρησιμοποιούνται κατ εξοχήν για παραγωγή βρώσιμων ελιών. Τέλος, υπάρχουν μεικτές ποικιλίες, δηλαδή ποικιλίες που αποδίδουν ικανοποιητικά και στα δύο προϊόντα. Είναι αυτονόητο ότι πρέπει να προηγηθεί έρευνα αγοράς προκειμένου ο ελαιοκαλλιεργητής να καταλήξει σε αυτό το ερώτημα, καθώς μία ενδεχόμενη αλλαγή κατεύθυνσης εκ των υστέρων συχνά έχει ολέθρια αποτελέσματα. Για παράδειγμα, αν ο ελαιοκαλλιεργητής είναι δυσαρεστημένος με την χαμηλή τιμή που παίρνει στις ελιές Καλαμών, και επιχειρήσει να οδηγήσει τις ελιές αυτές στο ελαιοτριβείο, είναι σίγουρα χαμένος. Έχοντας κατανοήσει το πλαίσιο αυτό, ο κάθε καλλιεργητής οφείλει στη συνέχεια να κάνει μια έρευνα στην περιοχή του σχετικά με ποικιλίες που αποδίδουν καλά, αλλά και ποικιλίες που ενδεχομένως να υποφέρουν συχνά από κάποιον τοπικό παράγοντα (π.χ. συχνοί ανοιξιάτικοι παγετοί). Μετά από συζήτηση με τον τοπικό γεωπόνο, θα είναι σε θέση να καταλήξει τελικά στην ποικιλία ή ποικιλίες που θα του εξασφαλίσουν μια καλή παραγωγή τα επόμενα χρόνια.
- Προμήθεια δενδρυλλίων όχι πιστοποιημένων και ενδεχομένως προσβεβλημένων. Η φυτοϋγεία των δενδρυλλίων αλλά και η αυθεντικότητα της ποικιλίας τεκμηριώνεται από συγκεκριμένα πιστοποιητικά που πρέπει να έχει στα χέρια του ο ελαιοκαλλιεργητής. Όλα τα δενδρύλλια πρέπει απαραιτήτως να είναι πιστοποιημένα με ετικέτα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Είναι δύσκολο να το πιστέψει κανείς, αλλά στη χώρα μας υπάρχουν αρκετές χιλιάδες ελαιοκαλλιεργητών που δε γνωρίζουν ακριβώς την ποικιλία που καλλιεργούν. Κάποιος γνωστός ή φίλος τους έδωσε κάποτε 500 μικρά δενδρύλλια χωρίς να γνωρίζει κανείς ”από που κρατάει η σκούφια τους”. Αυτό μπορεί τα προηγούμενα χρόνια να επιτρεπόταν και εν μέρει να ήταν ασφαλές, στις μέρες μας όμως δεν επιτρέπεται και δεν είναι καθόλου ασφαλές, ούτε για τη δική μας φυτεία αλλά ούτε και για τις γειτονικές. Εκτός όλων των άλλων πιθανών προβλημάτων, παραμονεύει το βακτήριο Xylella fastidiosa. Το βακτήριο αυτό μπορεί να μεταφερθεί από νεαρά δενδρύλλια από κάποιο φυτώριο, αλλά στη συνέχεια θα πολλαπλασιαστεί σε μια περιοχή και μπορεί να καταστρέψει σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα δέντρα 30 και πλέον ετών. Συνεπώς, τα δενδρύλλιά μας πρέπει να διαθέτουν όλες τις φυτουγειονομικές πιστοποιήσεις. Η επιλεγμένη μητρική φυτεία θα πρέπει να είναι απαλλαγμένη ασθενειών και τα υποστρώματα που χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη των δέντρων πρέπει να είναι ελεγμένα και καθαρά από εχθρούς και ασθένειες. Οι ελαιοκαλλιεργητές είναι βασικό να επισκεφθούν οι ίδιοι τον προμηθευτή και να εξασφαλίσουν ότι αυτός βρίσκεται στον κατάλογο των εγκεκριμένων προμηθευτών από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
- Λάθος αποστάσεις φύτευσης. Σίγουρα κάθε καλλιεργητής θέλει να κάνει μέγιστη χρήση του αγροτεμαχίου που έχει, έτσι ώστε να έχει την καλύτερη δυνατή απόδοση. Παρόλα αυτά, το να βάλει κανείς πάρα πολλά δέντρα σε πολύ μικρό χώρο, μόνο προβλήματα θα φέρει. Κατά τα πρώτα χρόνια ίσως να μην υπάρχει πρόβλημα, όμως στη συνέχεια, όταν τα δέντρα ξεπεράσουν τα 10 χρόνια, το φύλλωμα του ενός θα σκιάζει αυτό του άλλου, εμποδίζοντας τη φωτοσύνθεση, ενώ ο ελλιπής αερισμός των δέντρων δημιουργεί ιδανικές συνθήκες για τη γρήγορη μετάδοση ασθενειών. Κάθε ελαιοκαλλιεργητής λοιπόν πρέπει να συζητήσει με τον τοπικό γεωπόνο, να μελετήσουν προσεκτικά την κάτοψη του αγροτεμαχίου και τις ιδιαιτερότητες αυτού, να λάβουν υπόψη τους το μέγεθος των δέντρων κατά τη φάση ωριμότητας, και να χαράξουν από κοινού τις θέσεις φύτευσης των δενδρυλλίων.
- Γίνεται υπερβολική και αλόγιστη λίπανση και άρδευση σε νεαρά δενδρύλλια, έτσι ώστε να μπουν σε πλήρη καρποφορία πολύ νωρίς. Και ποιος δε θα ήθελε μόλις κατά το δεύτερο χρόνο φύτευσης ενός δενδρυλλίου να παίρνει την απόδοση ενός ώριμου δέντρου ελιάς 20 – 25 ετών; Δυστυχώς όμως αυτό είναι φύσει αδύνατον. Αρκετοί νέοι ελαιοκαλλιεργητές είναι ανυπόμονοι, και ξεκινούν πολύ νωρίς να ποτίζουν αλόγιστα και να λιπαίνουν τα νεαρά δενδρύλλια, νομίζοντας ότι θα ξεκινήσουν νωρίς να παίρνουν καλές αποδόσεις. Αν και το υπέργειο μέρος του δέντρου μπορεί όντως να αναπτύσσεται εντυπωσιακά για την ηλικία των δέντρων, στην πραγματικότητα το ριζικό σύστημα δεν αναπτύσσεται αναλόγως, κάτι που έχει πολλά και μακροπρόθεσμα προβλήματα για όλη τη φυσιολογία και την απόδοση του δέντρου.
- Η καλλιέργεια αφήνεται εντελώς στην τύχη της ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών και πηγαίνουμε στον ελαιώνα μόνο κατά τη συγκομιδή. Ακόμα και στη βιολογική καλλιέργεια, ένας ψεκασμός με χαλκό ιδιαίτερα σε ένα βροχερό φθινόπωρο κρίνεται πολλές φορές απαραίτητος. Ασθένειες όπως το γλοιοσπόριο παραμονεύουν και μπορούν να καταστρέψουν όλη την παραγωγή ακόμα και 1-2 εβδομάδες πριν τη συγκομιδή, και ενώ όλα έδειχναν τέλεια.
- Λάθη κατά το κλάδεμα – συγκομιδή. Το βασικότερο λάθος που γίνεται στην Ελλάδα είναι η συνήθης πρακτική του κλαδέματος παράλληλα με τη συγκομιδή. Όλοι μας έχουμε βρεθεί σε ελαιώνες όπου ο παραγωγός είτε λόγω έλλειψης γνώσης, είτε λόγω της επιθυμίας του να τελειώνει με την ελιά γρήγορα, καρατομεί όποιον κλάδο έχει φορτίο, δηλαδή όποιο κλαδί φαίνεται ότι έχει αρκετές ελιές, έτσι ώστε να το περάσει από το μηχάνημα συλλογής που βρίσκεται στο έδαφος, το οποίο ξεχωρίζει ελιές από φύλλα και σπασμένους βλαστούς. Αυτή η τεχνική είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να κάνει κάποιος σε ένα δέντρο ελιάς. Το δέντρο, όταν τραυματιστεί ή αποκοπεί ένα τμήμα του, ξεκινά άμεσα τη διαδικασία αποκατάστασής του. Όπως είναι λογικό, αυτό για να γίνει χρειάζεται μεγάλα ποσά ενέργειας. Όταν λοιπόν αφαιρούμε ένα μεγάλο κομμάτι, έναν χοντρό κλάδο από το δέντρο, του δίνουμε αμέσως σήμα για να σταματήσει κάθε διαδικασία παραγωγής καρπού και να δώσει την ενέργειά του στην ανανέωση του κλάδου αυτού. Επιπλέον, κατά τη χρονιά που η ελιά είναι φορτωμένη με καρπό, το δέντρο έχει μεταφέρει όλη του την ενέργεια στους καρπούς και έχει καταναλώσει πολύτιμους πόρους για να το κάνει. Μόλις αφαιρεθεί ο καρπός, το δέντρο θα χρησιμοποιήσει τα φύλλα του για να παράξει εκ νέου ενέργεια και να κάνει κι άλλο καρπό το επόμενο έτος. Αν εμείς πάμε και μαζί με τον καρπό του αφαιρέσουμε κλάδους με πλούσιο φύλλωμα, ουσιαστικά του καταστρέφουμε τις μηχανές συλλογής ενέργειας, υποθηκεύοντας την επόμενη χρονιά. Τη λιγοστή ενέργεια που θα παραχθεί από το φύλλωμα που αφήσαμε, το δέντρο θα τη δώσει για να παράξει ξανά τους βλαστούς που του αφαιρέσαμε. Αυτό τι σημαίνει πρακτικά; Την επόμενη χρονιά θα πάρουμε πολύ μικρή ή ακόμη και μηδαμινή παραγωγή.
- Κάνουμε τη συγκομιδή όσο το δυνατόν αργότερα (”όσο αργότερα τόσο το καλύτερο”). Και αυτό είναι ένα πάρα πολύ συχνό λάθος των ερασιτεχνών καλλιεργητών. Μάλιστα, πολλές φορές λέγονται δικαιολογίες του τύπου ”δε μαζεύουμε ακόμη τις ελιές, τις κρατάμε πάνω στο δέντρο για να τραβήξουν περισσότερο λάδι”. Ο πραγματικός λόγος είναι ότι αρκετοί προσπαθούν να πραγματοποιήσουν τη συγκομιδή κατά τις διακοπές των Χριστουγέννων, όπου έχουν συνήθως άδεια από την κύρια εργασία τους. Η συγκομιδή αργότερα από το φυσιολογικό όμως σε καμία περίπτωση δεν αυξάνει την ποσότητα του ελαιολάδου, ενώ στην πραγματικότητα υπάρχουν επιπτώσεις και στην επόμενη χρονιά, καθώς ενισχύεται το φαινόμενο της παρενιαυτοφορίας.
Πηγή – wikifarmer.com