Τι δείχνουν τα στοιχεία
Σε θετικό έδαφος κινήθηκαν οι εξαγωγές νωπών φρούτων και λαχανικών το πρώτο οκτάμηνο του τρέχοντος έτους σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021 σε αξία, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία επεξεργάστηκε ο Σύνδεσμος Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής Διακίνησης Φρούτων Λαχανικών και Χυμών INCOFRUIT – HELLAS.
Oι αποστολές κατέγραψαν αύξηση 6,4% σε αξία το πρώτο 8μηνο του 2022 φτάνοντας στα 926.337.640 ευρώ έναντι των 870.803.299 ευρώ τους πρώτους οκτώ μήνες του 2021 και κατά 6,3% έναντι του ίδιου διαστήματος του 2020 (871.485.520 ευρώ), που ήταν έτος κανονικό σε παραγωγή με ρεκόρ εξαγωγών σε ποσότητες και αξία.
Μείωση σε όγκο
Αντίθετα, μείωση 4,3% σημείωσαν οι εξαγωγές το πρώτο οκτάμηνο του τρέχοντος έτους σε όγκο, οι οποίες έφτασαν 1.098.301 τόνους έναντι των 1.147.237 τόνων του 2021 και συρρίκνωση κατά 10,5% σε σχέση με το πρώτο οκτάμηνο του 2020 (1.227.671 τόνοι).
Οι εξαγωγές λαχανικών το οκτάμηνο ενώ μειώθηκαν κατά 11,4% (170.992 τόνοι) σε όγκο σε σχέση με το ίδιο διάστημα του 2021 (193.009 τόνοι), συρρικνώθηκαν μόλις κατά 0,8% σε αξία (144.768.436 το 2022 έναντι των 145.908.212 ευρώ το 2021) ενώ σε σχέση με το 2020, συρρικνώθηκαν κατά 19,9% σε ποσότητα (213.597 τόνοι) και μεγεθύνθηκαν κατά 9,8% σε αξία (131.860.937 ευρώ).
Αντίστοιχα η εξαγωγή φρούτων σημείωσε μείωση σε όγκο σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021 κατά 2,8% και ανήλθε σε 927.309 τόνους (954.229 τόνοι το 2021). Σε αξία αυξήθηκε κατά 7,8% και έφτασε τα 781,6 εκατ. ευρώ (724.895.087 ευρώ το 2021) ενώ σε σχέση με το 2020 μειώθηκαν σε ποσότητα κατά 8,6% (1.227.671 τόνοι) και αυξήθηκαν σε αξία κατά 5,7% (871.485.520 ευρώ).
Έλλειμμα στο ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ τα οποία επεξεργάστηκε ο Σύνδεσμος, το οχτάμηνο του 2022 υπάρχει έλλειμμα στο ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων κατά 418,5 εκατ. ευρώ, όταν το ίδιο διάστημα το 2021 υπήρχε πλεόνασμα 362,8 εκατ. ευρώ.
«Οι μειωμένες εξαγωγές κατά 10,5% σε όγκο σε σχέση με το 2020 δικαιολογείται από την υποκατανάλωση στις βασικές αγορές, στην έλλειψη εργατών γης που έχει ως αποτέλεσμα να μην συγκομισθεί έγκαιρα το σύνολο της παραγωγής, στην αύξηση του κόστους των λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων, του κόστους ενέργειας και νερού άρδευσης αλλά και των υλικών συσκευασίας-τυποποίησης και μεταποίησης, στο κόστος μεταφοράς λόγω της αύξησης των τιμών των καυσίμων στην Ελλάδα, το οποίο, δεν μας επιτρέπει να είμαστε ανταγωνιστικοί» δήλωσε στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο ειδικός Σύμβουλος του Συνδέσμου, Γιώργος Πολυχρονάκης και συμπλήρωσε «η αύξηση της αξίας κατά + 6,3% οφείλεται στην αύξηση της μέσης τιμής ανά εξαγόμενο προϊόν, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, που είναι αυξημένη κατά +19%.(Πρωταγωνιστές οι φράουλες +32%,τα ακτινίδια +22%, τα ροδάκινα +24%,τα Νεκταρίνια +11%) Ταυτόχρονα, όμως, το κόστος παραγωγής υπολογίζεται μεσοσταθμικά να υπερβαίνει το 35%, που σημαίνει ότι η απώλεια εισοδήματος είναι πολύ μεγαλύτερη».
Οι εισαγωγές
«Αλματώδης» ήταν η αύξηση όσο αφορά τις εισαγωγές νωπών φρούτων και λαχανικών στη χώρα μας το πρώτο οκτάμηνο του έτους σε σχέση με το ίδιο περσυνό διάστημα τόσο σε αξία όσο και σε όγκο. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνδέσμου, στη χώρα μας οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 11,4% σε όγκο (514.659 τόνοι το 2022 – 462.086 τόνοι το 2021) και κατά 38,3% σε αξία (482.634.761 ευρώ το 2022 – 390.965.970 το 2021).
Όπως τόνισε ο κ. Πολυχρονάκης μέσω αυτής της τάσης ελλοχεύει ο κίνδυνος να «εγκαταλειφθούν καλλιέργειες και να υποκατασταθεί η τροφοδοσία της εφοδιαστικής αλυσίδας από εισαγόμενα προϊόντα τρίτων χωρών χαμηλού κόστους που δεν τηρούν απαιτήσεις που ζητούνται από τους ευρωπαίους παραγωγούς (φυτουγειονομικά, κοινωνικά, πρότυπα ποιότητας κ.α) αν δεν ληφθούν έγκαιρα μέτρα».
Οι προβλέψεις για το 2022
«Οι ενδείξεις από τα μέχρι στιγμή στοιχεία δείχνουν ότι η χρονιά θα κλείσει με αρνητικό πρόσημο όσον αφορά τις εξαγόμενες ποσότητες αλλά με θετικό ως προς τις αξίες» επισήμανε ο κ. Πολυχρονάκης.
Παράλληλα έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου ότι κάποια προϊόντα θα παραμείνουν ασυγκόμιστα λόγω μη ύπαρξης ζήτησης «όπως είναι μεταξύ άλλων τα επιτραπέζια σταφύλια, τα μήλα, τα χειμερινά φρούτα και λαχανικά».
Σύμφωνα με τον ίδιο αυτό οφείλεται «στο γεγονός ότι υπάρχει μειωμένη ζήτηση στις καταναλωτικές αγορές, στην απώλεια τριών χωρών προορισμού των προϊόντων μας, στα προβλήματα της αγοράς της Αιγύπτου και της απαγόρευσης εισόδου μεταφορικών μέσων από χώρες τις Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ρωσία και βεβαίως της έλλειψης εργατών γης για την συγκομιδή τους» ενώ όπως προσθέτει «το μόνο αισιόδοξο είναι η μεσοσταθμική τιμή πώλησης τους».
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ