Παρενιαυτοφορία
Είναι το φαινόμενο που παρατηρείται όταν τα ελαιόδεντρα καρποφορούν χρόνο παρά χρόνο ή αλλιώς κάθε δεύτερο χρόνο. Δηλαδή το φαινόμενο όπου ενώ το δέντρο βρίσκεται σε πλήρη καρποφορία με ικανοποιητική παραγωγή, την επόμενη χρονιά παρατηρείται πτώση της παραγωγής έως και μηδενική παραγωγή χωρίς να σημαίνει ότι έχει προβλήματα από ασθένειες ή προβλήματα λόγω του κλίματος. Το φαινόμενο αυτό είναι πιο έντονο σε μη ποτιστικούς ελαιώνες.
Πώς συμβαίνει αυτό το φαινόμενο;
Δυστυχώς δεν έχει πλήρως διερευνηθεί το φαινόμενο αυτό, αλλά οι περισσότεροι ερευνητές συγκλίνουν στο ότι η παρενιαυτοφορία οφείλεται κατά κύριο λόγο στον ανταγωνισμό μεταξύ βλάστησης και καρποφορίας και ο οποίος έχει ως αποτέλεσμα το ισοζύγιο μεταξύ αυτών των δραστηριοτήτων να μη βρίσκεται σε ισορροπία. Η ισορροπία μεταξύ καρποφορίας και βλάστησης διατηρεί το δέντρο σε καλή κατάσταση από πλευράς θρεπτικών αποθεμάτων και εφόσον υπάρχει δυνατότητα εξασφάλισης επαρκούς άρδευσης και λίπανσης (κυρίως Ν, Κ, Β), το φαινόμενο μπορεί εν μέρει να μειωθεί.
Το φαινόμενο της παρενιαυτοφορίας στην ελαιοκαλλιέργεια |
Τι λένε οι έρευνες και ποιοί είναι οι λόγοι που εμφανίζεται η παρενιαυτοφορία;
Η έλλειψη χειμερινού ψύχους προκαλεί ανωμαλία στην ομαλή καρποφορία του ελαιόδεντρου. Έχει παρατηρηθεί ότι οι θερμοκρασίες κάτω από 10 βαθμούς Κελσίου (6 – 9,5 βαθμούς Κελσίου) βοηθούν στην συμπλήρωση των αναγκών των οφθαλμών σε ψύχος και εκείνες πάνω από 10 βαθμούς Κελσίου (13 – 15,5 βαθμούς Κελσίου) επιταχύνουν την έκπτυξη των ανθοφόρων οφθαλμών (Rallo & Martin 1991). Επισημαίνεται επίσης ότι για να βγουν από το λήθαργο οι ήδη σχηματισμένοι οφθαλμοί χρειάζονται θερμοκρασία γύρω στους 13,8 βαθμούς Κελσίου.
Άλλο πιθανό αίτιο που συμβάλλει στην παρενιαυτοφορία είναι ο ανταγωνισμός που υπάρχει μεταξύ των βλαστικών και καρποφόρων οργάνων σε θρεπτικά στοιχεία. Η μεγάλη παραγωγή που εμφανίζεται την πρώτη χρονιά εξασθενεί το δέντρο ( υπερβολική ανθοφορία & καρποφορία ), έτσι απομακρύνονται οι περισσότεροι υδατάνθρακες, ουσίες αζώτου (Ν), καλίου (Κ) και φωσφόρου (P), με αποτέλεσμα τα διαθέσιμα αποθέματα να μην είναι επαρκή για την επόμενη χρονιά. Επίσης, παρουσιάζονται υψηλότερα επίπεδα μαγνησίου (Mg) και ασβεστίου (Ca).
Επόμενο πιθανό αίτιο είναι είναι τα φαινολικά οξέα στα φύλλα της ελιάς. Μετρήσεις που έγιναν την περίοδο της άνοιξης σε δέντρα που ήταν σε παραγωγή, έδειξαν ότι τα επίπεδα του χλωρογενικού οξέος ήταν υψηλά και αντίθετα ήταν χαμηλά στην χρονιά που δεν είχαν παραγωγή. Στην συνέχεια απομακρύνθηκαν οι ταξιανθίες και παρατηρήθηκε μείωση της αύξησης του χλωρογενικού οξέος. Αυτό οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η μη συσσώρευση χλωρογενικού οξέος στα φύλλα μετά την απομάκρυνση των ταξιανθιών οδηγεί τους αναπτυσσόμενους καρπούς να ευθύνονται για το πώς θα διαφοροποιήσουν τους οφθαλμούς τους τον επόμενο χρόνο.
Παρατηρήθηκε ότι η ολική περιεκτικότητα των πρωτεϊνών στα φύλλα κατά το μη παραγωγικό έτος ήταν μικρότερη απ’ ότι σε εκείνα κατά το παραγωγικό έτος (Lavee & Avidan 1994). Τα υψηλά επίπεδα των ενδογενών υδατανθράκων μειώνουν τις ανάγκες των δέντρων σε ψύχος και εν τέλει σε μειωμένη προτροπή σχηματισμού ανθέων.
Είναι το φαινόμενο που παρατηρείται όταν τα ελαιόδεντρα καρποφορούν χρόνο παρά χρόνο ή αλλιώς κάθε δεύτερο χρόνο |
Πώς μπορούμε να μειώσουμε το φαινόμενο της παρενιαυτοφορίας;
Ξεκινώντας θα πρέπει να έχουμε υπόψιν ότι οποιαδήποτε καλλιεργητική φροντίδα από τη μεριά μας θα βοηθήσει, αλλά όχι θεαματικά καθώς το φαινόμενο της παρενιαυτοφορίας στην ελιά ανήκει στην εν γένει φυσιολογία του δέντρου.
Μπορούμε όμως να κάνουμε τα εξής ώστε να αντιμετωπιστεί σε ικανοποιητικό βαθμό η παρενιαυτοφορία:
Η παρενιαυτοφορία μπορεί να παρατηρηθεί σε μεμονωμένους κλάδους, δένδρα, ελαιώνες ή και ολόκληρες περιοχές.
Επίσης σημαντικό είναι ότι έχει αποδειχθεί ότι η λαδολιά (κορωναίϊκη) ξεχωρίζει από τις άλλες ποικιλίες για τη μικρότερη τάση παρενιαυτοφορίας.
Πηγή
myoliveplant.gr