Ζεστός χειµώνας, φτωχός αγρότης λέει ένα παλιό γερµανικό γνωµικό, ιδιαίτερα εύστοχο φέτος µε αυτόν τον αναπάντεχα ζεστό χειµώνα που έχει κάνει σε ολόκληρη την Ευρώπη
Η κατάσταση που επικρατεί στα περισσότερα παραγωγικά κέντρα της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης, ελάχιστα διαφέρει από τα δελτία καιρού για την ελληνική επικράτεια. Για την ακρίβεια, ολόκληρη η Ευρώπη, µε εξαίρεση την Ισλανδία, αναφέρει θερµοκρασίες άνω του µέσου όρου καθ’ όλη τη διάρκεια του χειµώνα ως τώρα.
Τα χειµερινά σιτηρά έχουν αναπτυχθεί πρόωρα, τα κλαδιά στα δέντρα έχουν «φουσκώσει» και τα µάτια είναι έτοιµα να σκάσουν, ενώ οι βροχές είναι ως τώρα λιγοστές. Μάλιστα, αρκεί ένα καθυστερηµένο κύµα ψύχους, ώστε να σβήσει πρόωρα κάθε προσδοκία για µια φυσιολογική χρονιά παραγωγής σε χειµερινά σιτηρά και οπωρώνες, στην Ελλάδα όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
«Όταν οι θερµοκρασίες είναι πολύ υψηλές, οι τιµές των τροφίµων ακολουθούν το θερµόµετρο στην άνοδο» διαπιστώνει ο καθηγητής αγροτικής οικονοµίας Πωλ Γκρίφιν σε µια πρόσφατη έρευνα την οποία επικαλείται σχετικό ρεπορτάζ του Politico. Ο καθηγητής στο πανεπιστήµιο UC Davis της Καλιφόρνια, ολοκλήρωσε πρόσφατα µελέτη µε αντικείµενο τον χρηµατοοικονοµικό αντίκτυπο που έχουν τα ακραία καιρικά φαινόµενα, σχολιάζοντας στο Politico πως η φετινή κατάσταση στην Ευρώπη θα µπορούσε να µεταφραστεί σε ένα νέο ράλι ανόδου των τιµών στα αγροτικά εµπορεύµατα.
Η ψευτοάνοιξη απειλεί τις επερχόµενες σοδειές
Ο ζεστός καιρός απειλεί να αποδεκατίσει τις αποδόσεις, όσο καταγράφονται ελλείψεις στην αγορά λιπασµάτων – σύµφωνα µε το Politico-, ενώ τα οικονοµικά δεδοµένα πολλών αγροτικών εκµεταλλεύσεων του µπλοκ, δεν έχουν ακόµα ανακάµψει από την καταστροφική ξηρασία του περασµένου καλοκαιριού.
Στην Πολωνία το θερµόµετρο έδειξε µέσα στον Ιανουάριο 20 βαθµούς Κελσίου, 25 βαθµούς στην Ισπανία ενώ επτά ακόµα ευρωπαϊκές χώρες περνούν τον θερµότερο Ιανουάριο στα χρονικά. Στη Σαξονία, προς τα τέλη Δεκεµβρίου, το θερµόµετρο έδειχνε σε ένα αγροτεµάχιο τους µείον 20 βαθµούς Κελσίου, για να φτάσει στο ίδιο χωράφι µέσα σε δύο εβδοµάδες στους 17 βαθµούς. «∆εν έχω συναντήσει ποτέ ξανά τέτοια αλλαγή καιρού» θα σχολιάσει ο 33χρονος Καρλ Φίλιπ Μπάρτµερ, που καλλιεργεί στο εν λόγω αγροτεµάχιο µαλακό σιτάρι.
Από µόνος του ο ζεστός καιρός, σε ορισµένες περιπτώσεις δεν θα ήταν τόσο ανησυχητικός, αφού θα µπορούσε να βγάλει νωρίτερα τις αλωνιστικές στα χωράφια, δίνοντας στις ευρωπαϊκές παραγωγές ένα προβάδισµα στις αγορές. «Όµως ο χειµώνας δεν έχει τελειώσει ακόµα». Για τις επόµενες ηµέρες η πρόγνωση του καιρού δείχνει πάντως µια κατακόρυφη πτώση των θερµοκρασιών, κάτω του µέσου όρου εποχής, κάτι που θα µπορούσε να µεταφραστεί σε ακόµα µεγαλύτερα προβλήµατα για τους αγρότες της Κεντρικής και ∆υτικής Ευρώπης, δεδοµένης της ανάπτυξης που έχουν καταγράψει οι χειµερινές µεγάλες καλλιέργειες αλλά και οι οπωρώνες.
Οπωρώνες µε µηλιές, αχλαδιές, κερασιές πυρηνόκαρπα και αµπέλια καθίστανται πλέον ιδιαίτερα ευάλωτοι σε κύµατα ψύχους, όπως σηµειώνει ο Χανς Μάρτι Φούσελ, εµπειρογνώµονας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος που δουλεύει για λογαριασµό της Κοµισιόν.
Επιδροµές παρασίτων, εντόµων και ασθενειών
Μάλιστα, ο ζεστός καιρός έχει ενθαρρύνει την ανάπτυξη παράσιτων, εντόµων και ασθενειών στις καλλιέργειες που µε τη σειρά τους κόβουν αποδόσεις ενώ παράλληλα αυξάνουν το κόστος καλλιέργειας για τους αγρότες, όπως υποστηρίζουν εκπρόσωποι της ιταλικής οργάνωσης αγροτών, Coldiretti. Αντίστοιχο πρόβληµα µε αυτό που αντιµετωπίζουν οι Ιταλοί, έχει εµφανιστεί και στην Ελλάδα. Υπενθυµίζεται πρόσφατο ρεπορτάζ της Agrenda, σύµφωνα µε το οποίο ποντίκια και αρουραίοι προκαλούν σηµαντικές ζηµιές σε εκτάσεις µε σιτηρά και τριφύλλι στην κεντρική Ελλάδα και σε πολλές περιπτώσεις, επιβάλλονται επανασπορές.
Οι περισσότερες αναφορές έρχονται από τη Θεσσαλία και τη Στερεά Ελλάδα, µε συνοµιλητές της Agrenda να παροµοιάζουν τους πληθυσµούς ποντικιών µε αποικίες µυρµηγκιών τον Αύγουστο. Τα τρωκτικά δεν είναι ο µόνος επιβαρυντικός παράγοντας στη φετινή καλλιεργητική περίοδο σιτηρών. Σε πολλά χωράφια αναφέρονται προβλήµατα µε έντοµα, των οποίων ο πληθυσµός είναι επίσης αυξηµένος εξαιτίας των υψηλών θερµοκρασιών, που κατ’ επέκταση µεταφράζεται σε αυξηµένες απαιτήσεις ψεκασµών και άρα πρόσθετα κόστη. Έξαρση αναφέρεται και σε ασθένειες που συνδέονται µε µύκητες, όπως είναι η ρυγχοσπορίωση, µε αρκετούς παραγωγούς να ανατρέχουν σε γεωπόνους για συµβουλές, βλέποντας τα φυτά να έχουν κιτρινίσει. Βέβαια και η έλλειψη βροχών έρχεται να επιβαρύνει τα χωράφια και να προσθέσει στην κίτρινη όψη της καλλιέργειας.
Καθόλου χιόνι, λίγο νερό
Και ενώ ο ζεστός χειµώνας έχει κάνει τους αγρότες να αγωνιούν για τυχόν παγετούς, η παντελής έλλειψη χιονοπτώσεων προκαλεί σύµφωνα µε τον ίδιο εξίσου σηµαντικά προβλήµατα. Για πολλούς ειδικούς, το µεγαλύτερο πρόβληµα είναι οι ελάχιστες χιονοπτώσεις που έχουν σηµειωθεί µέχρι στιγµής στο µεγαλύτερο µέρος της Ευρώπης. Πρόκειται για περιοχές, στις οποίες οι αγροτικές εκµεταλλεύσεις βασίζονται για τις ανάγκες άρδευσης των καλλιεργειών σε έναν υδάτινο ορίζοντα ο οποίος αναπληρώνεται κατά κύριο λόγο από το χιόνι. Καθώς το χιόνι λιώνει, η απορρόφηση του νερού είναι πιο αποτελεσµατική συγκριτικά µε τη βροχή, ειδικά όταν αυτή πέφτει σε ένα «αφυδατωµένο» έδαφος.
Κατά τον περσινό χειµώνα, στον ιταλικό βορρά το χιόνι ήταν επίσης λιγοστό, κάτι που είχε ως αποτέλεσµα η λεκάνη του ποταµού Πάδου να στερέψει πολύ πιο γρήγορα το καλοκαίρι, το οποίο όπως θα θυµούνται αρκετοί, ήταν από τα πιο ξερά και θερµά των τελευταίων αιώνων. Μια αντίστοιχη συνθήκη φέτος, θα είχε πολλαπλάσιο αντίκτυπο, αφού θα είναι η δεύτερη κατά σειρά χρονιά µε έλλειµµα νερού. φόβοι ότι ίσως να «ναρκοθετηθεί» η οµαλή ανθοφορία
Ξεγέλασε τα δέντρα ο καιρός, τους στέρησε ώρες ψύχους
Οι ασυνήθιστα υψηλές για την εποχή θερµοκρασίες έχουν στερήσει ώρες ψύχους στα περισσότερα είδη δέντρων και εκφράζονται φόβοι ότι ίσως να «ναρκοθετηθεί» η οµαλή ανθοφορία την άνοιξη, ενώ ανησυχία προκαλείται και λόγω των υψηλών υγρασιών.
«Είναι πολύ ζεστός ο χειµώνας φέτος και αν δεν πέσει η θερµοκρασία, καήκαµε. Ειδικά οι υπερπρώιµες ποικιλίες στα ροδάκινα και βερίκοκα, αλλά και καλλιέργειες όπως είναι τα κορόµηλα ή τα αµύγδαλα, που δεν έχουν ανάγκη από πολλές ώρες ψύχους, είναι πιθανό να ξεγελαστούν τα δέντρα και να ανθίσουν. Οπότε εάν αργότερα, µέσα στον επόµενο µήνα, τον Φεβρουάριο ή την άνοιξη έχουµε χαµηλές θερµοκρασίες και παγετούς, η καταστροφή θα είναι πολύ µεγάλη», εξηγεί η ερευνήτρια του Τµήµατος Φυλλοβόλων και Οπωροφόρων Δέντρων Νάουσας, Παυλίνα Δρογούδη, τονίζοντας πως ανάλογα µε την καλλιέργεια, οι παραγωγοί γνωρίζουν ότι πρέπει να συγκεντρώνει κάθε χρόνο και κάποιες ώρες ψύχους µε θερµοκρασίες από 0 έως 7,2 βαθµών Κελσίου.
Μετά το πρώτο κύµα κρύου το κλαδευτήρι στα κτήµατα
Μεγαλύτερη προσοχή θα πρέπει να επιδείξουν φέτος στο κλάδεµα οι καλλιεργητές οπωροφόρων, αφού οι καιρικές συνθήκες αλλάζουν τους κανόνες της φυσιολογίας στα δέντρα. Ο χειµώνας µέχρι στιγµής δεν έχει έρθει και τα χιλιοστά βροχής είναι λιγότερα από το συνηθισµένο, ενώ µάλιστα κατανέµονται µε τη µορφή µπόρας, περισσότερο πνίγοντας παρά ξεδιψώντας τους οπωρώνες.
Η νέα κατάσταση επιβάλλει αλλαγές στο καλλιεργητικό ηµερολόγιο, µε το ετήσιο κλάδεµα καρποφορίας να αποτελεί πονοκέφαλο για τους παραγωγούς, οι οποίοι για λίγες ακόµα µέρες θα πρέπει να περιµένουν. Σύµφωνα µε γεωπόνους, µετά το πέρας του πρώτου κύµα ψύχους και όταν δεν έχει προηγηθεί σηµαντική βροχόπτωση θα πρέπει να µπει το κλαδευτήρι στα κτήµατα, ώστε να βοηθηθούν τα δέντρα να επιστρέψουν σε µία φυσιολογική κατάσταση. Πάντως, σύµφωνα µε τα όσα µεταφέρουν παραγωγοί, οι περισσότεροι κάνουν τις εξής σκέψεις:
– Από τη µία, είναι υπαρκτός ο κίνδυνος ο χειµώνας να…έρθει µια νύχτα ξαφνικά και να κάψει τα δέντρα, οδηγώντας σε καταστάσεις 2021, όταν Μάρτιο και Απρίλιο επικρατούσε παγετός και χιόνι σε πολλά παραγωγικά κέντρα. Ο κίνδυνος αυτός ενισχύεται από την πρόωρη ανάπτυξη των φυτών λόγω υψηλότερων θερµοκρασιών.
– Από την άλλη, η επιλογή κάποιου παραγωγού να µην κλαδέψει φέτος ή να κλαδέψει λιγότερο, δηµιουργεί άλλου είδους προβλήµατα µεσοµακροπρόθεσµου χαρακτήρα. Χωρίς σωστό κλάδεµα, τα δέντρα θα σχηµατίσουν πυκνή βλάστηση, µε αδύναµα λεπτά κλαδιά, χωρίς καλό αερισµό και φωτισµό στο εσωτερικό τους. Λόγω αυτών των κακών συνθηκών, είναι βέβαιη η µειωµένη σοδειά και η υποβαθµισµένη ποιότητα καρπών το επόµενο έτος.
(Πέτρος Γκόγκος – agronews.gr)